12-11-2013

Διαδερμική χορήγηση φαρμάκων

ΔΙΑΔΕΡΜΙΚΗ ΑΠΟΡΡΟΦΗΣΗ ΦΑΡΜΑΚΩΝ

 

Διαδερμική απορρόφηση Μη Στεροειδών Αντιφλεγμονωδών Φαρμάκων (ΜΣΑΦ)

Δρ Αχιλ. Ε. Γεωργιάδης, Ρευματολόγος

 

Πρόλογος

«Οι απαιτήσεις των φτωχών αυτών ανθρώπων μπορεί να μην είναι λογικές, αλλά είναι απλές. Φοβούνται την αρρώστια και επιθυμούν να προστατευθούν από αυτήν. Οι επιστημονικές μέθοδοι είναι πολύ δύσκολες για να τις καταλάβουν, κοστίζουν πολύ…

Γι’ αυτό εκείνο που ο απλός άνθρωπος θέλει, είναι ένα φτηνό μαγικό «κόλπο» για να προλάβει και ένα φτηνό χαπάκι, υγρό, ή αλοιφή που να θεραπεύει κάθε αρρώστια…

Ο γιατρός μαθαίνει με τον καιρό ότι εάν υποτιμήσει τις προκαταλήψεις του ασθενή θα αποτύχει…

Συμπερασματικά … η καθημερινή πρακτική ιατρική κατευθύνεται  όχι από την επιστημονικότατα, αλλά από την προσπάθεια  ικανοποίησης των απαιτήσεων των απλών ανθρώπων.

George Bernhard Shaw, (Nobel 1925) απότοβιβλίοτου «the Doctor’s Dilemma», 1911.

Τα λόγια αυτά του Shaw για μας τους κλινικούς γιατρούς είναι τόσο χρήσιμα όσο αρκετά βιβλία προωθημένων επιστημονικών γνώσεων. Πράγματι η θεραπευτική από τους πρωτόγονους μάγους μέχρι τους σημερινούς υπερεπιστήμονες θα πρέπει να αντιμετωπίζει όχι μόνο τα προβλήματα που προκαλεί  κάθε νόσος αλλά να προσαρμόζεται και στις ανθρώπινες ιδιαίτερες ανάγκες του κάθε ασθενή. Η θεραπευτική πρέπει πάντα να είναι «προσωπική», δηλαδή να είναι «κομμένη και ραμμένη»  για τον μοναδικό ασθενή που κάθε φορά αντιμετωπίζουμε (tailormade) με έναν ολιστικό, Αριστοτελικό τρόπο. Ίσως αυτός είναι και ο μόνος τρόπος για να επιβιώσουνε οι γιατροί την εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης. Εάν δεν το συνειδητοποιήσουμε γρήγορα και δεν αντιδράσουμε, τότε ο DoctorGoogle και τα sites τύπου ChatGPT θα μας αντικαταστήσουν ταχύτατα, εάν δεν μας έχουν ήδη αντικαταστήσει τουλάχιστον στο 50% των περιπτώσεων.

 Εισαγωγή

Η Απορρόφηση των φαρμάκων από τον οργανισμό

 

Απορρόφηση είναι η διαδικασία με την οποία ένα φάρμακο περνά από το εξωτερικό περιβάλλον στον οργανισμό, δηλαδή αρχικά στο αίμα και τα λεμφαγγεία και τελικά  στα διάφορα όργανα στόχους.

Την απορρόφηση μπορεί κανείς να την διαχωρίσει σε δύο μεγάλες κατηγορίες, την εντερική και την παρεντερική. Η εντερική απορρόφηση (peros) αφορά την στοματική, συνήθως υπογλώσσια, (sublingual), την γαστρεντερική και την απορρόφηση από το ορθό, σε υπόθετα. Η παρεντερική αφορά συνήθως την ενδομυϊκή (intramuscular), την υποδόρια (subcutaneous), την ενδοφλέβια (intravenous) και σπανιότερα την διαδερμική (transdermal) αλλά και πιο ειδικές όπως αυτή που επιτυγχάνεται διαμέσου του βλεννογόνου άλλων οργάνων όπως του κόλπου, της μύτης, των βρόγχων, των κυψελίδων των πνευμόνων κ.λπ.

Ένα από τα μεγαλύτερα πλεονεκτήματα της εντερικής απορρόφησης, ιδιαίτερα αυτής που γίνεται σε φάρμακα που περιλαμβάνονται συνήθως μέσα σε δισκία, κάψουλες, ή διαλύματα είναι η ευκολία χορήγησης τους, διότι επιτυγχάνει υψηλή συμμόρφωση των ασθενών. Αντίθετα το μεγαλύτερο μειονέκτημα της ίδιας οδού χορήγησης, σε πλήρως υγιές γαστρεντερικό σύστημα, είναι το φαινόμενο της πρώτης διόδου.

Το φαινόμενο πρώτης διόδου (firstpasseffect) είναι μια διαδικασία που εξουδετερώνει ένα σημαντικό ποσοστό από την κανονική δόση ενός φαρμάκου, που χορηγείται από το στόμα. Η καταστροφή αυτή οφείλεται  στα ένζυμα του γαστρεντερικού συστήματος, στα βακτηρίδια του εντέρου, στα ένζυμα των κυττάρων του τοιχώματος του εντέρου και στα ηπατικά κύτταρα.

Ένα φάρμακο, όταν χορηγείται από το στόμα, θα φτάσει στον αυλό του εντέρου και από εκεί θα περάσει στο εσωτερικό των αγγείων του κυκλοφορικού συστήματος  και ιδιαίτερα στο φλεβικό σύστημα. Όλες οι φλέβες του εντέρου καταλήγουν στην πυλαία φλέβα, η οποία καταλήγει στο ήπαρ. Έτσι, ένα ποσοστό του φαρμάκου θα καταλήξει στα κύτταρα του ήπατος όπου θα μεταβολισθεί με βασικό στόχο να εξουδετερωθεί ή/και να αποβληθεί από τον οργανισμό. Αυτό συμβαίνει επειδή είναι εξωγενής μη παραγόμενη από αυτόν ουσία. Τα μεταβολικά προϊόντα είτε έχουν την ίδια δράση με το αρχικό φάρμακο, είτε αποβάλλονται από την χολή στο έντερο ή/και από τα νεφρά στα ούρα. Επομένως αν θέλουμε να έχουμε φαρμακολογικό αποτέλεσμα θα πρέπει να συνυπολογίσουμε στην αρχική δοσολογία μας και το ποσόν του φαρμάκου που θα υποστεί το φαινόμενο πρώτης διόδου. Επομένως το φαινόμενο της πρώτης διόδου επηρεάζει την βιοδιαθεσιμότητα του φαρμάκου, δηλαδή το ποσόν του δραστικού φαρμάκου που διατίθεται στην κυκλοφορία για να δράσει στα όργανα στόχους. Για να παρακαμφθεί το φαινόμενο πρώτης διόδου το φάρμακο πρέπει να δοθεί παρεντερικά και κυρίως διαδερμικά.

Κλασικό παράδειγμα φαρμάκων που εξουδετερώνονται σε σημαντικό βαθμό από το φαινόμενο της πρώτης διόδου αποτελούν τα οιστρογόνα, όταν χορηγούνται από το στόμα. Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, οι δόσεις που περιέχονται στα δισκία είναι πολλαπλάσιες από αυτές που απαιτούνται για να υπάρξει κάποιο φαρμακολογικό αποτέλεσμα. Οι μεγάλες δόσεις όμως που φθάνουν στο ήπαρ κατευθείαν από το έντερο και πρέπει να μεταβολιστούν, διεγείρουν γενικά τα ηπατικά κύτταρα ορισμένων γυναικών και τα αναγκάζουν να υπερπαράγουν και άλλες ουσίες, όπως αυτές που αυξάνουν την τάση για φλεβική θρόμβωση ή για υπέρταση, οι οποίες και δημιουργούν τις κλασικές ανεπιθύμητες ενέργειες των οιστρογόνων. Μία προσπάθεια για να παρακαμφθεί το φαινόμενο πρώτης διόδου είναι η διαδερμική χορήγηση οιστρογόνων. Υπάρχουν όμως και άλλοι λόγοι, πιο πρακτικοί, που προτιμάται ή όχι η διαδερμική χορήγηση, τους οποίους θα αναφέρουμε στην συνέχεια.

 

Όσον αφορά τα αναλγητικά φάρμακα τα τελευταία χρόνια μια μεγάλη σειρά από αυτά  δρουν στις περιφερικές αισθητικές απολήξεις του πόνου και σύμφωνα με τις μελέτες που τις συνοδεύουν προκαλούν άλλοτε άλλου βαθμού αναλγησία. Τέτοια γενικά παραδείγματα είναι αρκετά όπως:

1) Τοπικά αναισθητικά (λιδοκαϊνη κ.ά.). 2) Η βουτιλινική τοξίνη Τύπου Α. 3) Η καψαϊκίνη. 4) Η ασπιρίνη. 5) Η δικλοφενάκη και άλλα ΜΣΑΦ και φάρμακα που ανοίγουν τα κανάλια του Kαλίου. 6) Η κλονιδίνη. 7) Η λοπεραμίδη και άλλα οπιοειδή. 8) Η αμιτρυπτιλίνη και η δοξεπίνη. 9) Η Κεταμίνη. 10) Η μπακλοφένη. Ένας GABA-B αγωνιστής που έχει δώσει αποτελέσματα σε περιπτώσεις νευροπαθητικού πόνου από χημειοθεραπεία. 11) Το DMSO (Dimethilosulfide). Eνα αντιοξειδωτικό σε κρέμα (50%) που έχει χρησιμοποιηθεί για την αντιμετώπιση της αλγοδυστροφίας. 12) Tα Ενδοκανναβινοϊδή (Palmitoylethanolamide (PEA). Τα ενδογενή λιπιδιακά PEA, έχουν αντιφλεγμονώδεις, αναλγητικές, νευροπροστατευτικές ιδιότητες και εμποδίζουν τα μαστοκύτταρα να εκβάλλουν μεσολαβητές όπως ο TNFα και ο Νευροτροφικός παράγοντας και 13) Τα άλατα Στροντίου (Chlorate 4% και Nitrate). Δρουν καταστέλλοντας την νευρογενή φλεγμονή και ήδη χρησιμοποιούνται στις οδοντόκρεμες για μείωση του οδοντικού πόνου (PappaggalloM. etal. Topical Seminars EFIC 2013, 10/10 Florence).

Το δέρμα 

Ανατομία

Το δέρμα είναι μια λεπτή ελαστική μεμβράνη και αποτελεί το όργανο που καλύπτει την εξωτερική επιφάνεια του σώματος. Στην επιφάνεια του δέρματος διακρίνουμε: 1) Τους πόρους (στόμια αδένων). 2) Τις δερματικές ακρολοφίες (δερματογλυφικά). Τα δερματογλυφικά εμφανίζονται την 13η εβδομάδα της ενδομήτριας ζωής, προκαθορίζονται από αρκετά γονίδια, είναι μοναδικά σε κάθε άτομο και παρουσιάζουν σημαντικό  ιατρικό αλλά και νομικό ενδιαφέρον, (αποτυπώματα) και 3) τις πτυχές ή αύλακες οι οποίες δημιουργούνται από την κατάλληλη διάταξη των κολλαγόνων και ελαστικών ινών του χορίου.

Ιστολογία

Το δέρμα από τα έξω προς τα έσω αποτελείται από τα εξής στρώματα: 1) την επιδερμίδα (epidermis), 2) το χόριο (Dermis)  και 3) Το υπόδερμα (Hypodermis).

Η Επιδερμίδα δεν φέρει αγγεία και τρέφεται από διαπίδυση από τα αγγεία του χορίου. Τα σύνορα μεταξύ επιδερμίδας και χορίου χαρακτηρίζονται από συνεχείς προεκβολές, έτσι ώστε να σχηματίζονται οι μεσοθηλαίες ακρολοφίες ή τα μεσοθηλαία διαστήματα.

Η επιδερμίδα αποτελείται από τα μέσα προς τα έξω από τις εξής στιβάδες:

α) Βασική στιβάδα.

Αποτελεί την μητρική στιβάδα όλων των επομένων. Τα κύτταρα της είναι κυλινδρικά, παρουσιάζουν έντονη μιτωτική δραστηριότητα και φέρουν πρωτοπλασματικές αποφυάδες, που καταλήγουν στο δεσμοσωμάτιο και χρησιμεύουν για να συγκρατούν τα κύτταρα της στιβάδας μεταξύ τους, με την βασική μεμβράνη, με το χόριο και με την επόμενη στιβάδα. Τα κύτταρα της επιδερμίδας έχουν συνεχή τάση να ανέρχονται στην επιφάνειά της για να αντικαταστήσουν κάποια νεκρά κύτταρά της. Η μετακίνηση αυτή διαρκεί 4 περίπου εβδομάδες για κάθε κύτταρο.

β) Ακανθωτή στιβάδα

Χαρακτηρίζεται από την παρουσία κυβοειδών κυττάρων με άφθονα τονοϊνίδια (πρωτοπλασματικές αποφυάδες) που καταλήγουν στα δεσμοσωμάτια και τα συγκρατούν σφικτά μεταξύ τους.

γ) Κοκκώδης στιβάδα

Αποτελείται από 3-5 στρώματα πολυγωνικών κυττάρων τα οποία όταν ενσωματωθούν στην μεμβράνη αποβάλλουν τα κοκκία τους. Αυτά κυκλοφορούν στον μεσοκυττάριο χώρο και κατά περίπτωση διαρρηγνύονται και εκβάλλουν το περιεχόμενό τους που αποτελείται από γλυκοσαμινογλυκάνεςκαι φωσφολιπίδια τα οποία αποτελούν αφενός τηνσυγκολλητική ουσία μεταξύ των κυττάρων, αφετέρου εμποδίζουν την δίοδο διαφόρων τοξικών ουσιών από το δέρμα στον οργανισμό.

δ) Κερατίνη στιβάδα

Το πάχος της διαφέρει ανάλογα την περιοχή που ευρίσκεται. Το μεγαλύτερο πάχος το έχει στις παλάμες και τα πέλματα. Αποτελείται από αλλεπάλληλες σειρές πεπλατυσμένων εκφυλισμένων και νεκρών επιδερμικών κυττάρων χωρίς πυρήνα που αποτελούνται από κέλυφος φτιαγμένο από ινίδια εμποτισμένα  σε μια ουσία που ονομάζεται κερατίνη και στο κέντρο τους περιέχουν λίπος. Η κερατίνη είναι μια λευκωματώδης ουσία αδιάλυτη στο νερό η οποία συντίθεται από 3 αμινοξέα σε ίσες αναλογίες την τυροσίνη, την τρυπτοφάνη και την κυστίνη (πλούσια σε ρίζες S). Τα κύτταρα της επιδερμίδας ανανεώνονται κάθε 15-30 ημέρες.

ε) Βασική μεμβράνη

Αποτελείται από γραμμοειδή συνδετικό ιστό και διαχωρίζει την επιδερμίδα από το χόριο. 

Τα ειδικά κύτταρα της επιδερμίδας

Ανάμεσα στα κύτταρα των στιβάδων που έχουμε ήδη περιγράψει υπάρχουν και κάποια άλλα κύτταρα διαφορετικού είδους, λειτουργίας και προέλευσης.

1.    Τα μελανινοκύτταρα.

Πρόκειται για στρογγυλοποιημένα κύτταρα με μακριές και ακανθώδεις προεκβολές και ευρίσκονται διάσπαρτα ανάμεσα στα  κύτταρα των τριών πρώτων στιβάδων της επιδερμίδας που περιγράψαμε. Τα κύτταρα αυτά παράγουν μελανίνη, μια χρωστική σκοτεινού καφέ χρώματος στην οποία και οφείλεται ο χρωματισμός του δέρματος. Η μελανίνη παράγεται στο εσωτερικό του κυττάρου  από το αμινοξύ τυροσίνη, μετά από επίδραση του ενζύμου τυροσινάση και αποθηκεύεται σε ειδικά κοκκία τα μελανοσωμάτια. Αυτά οδεύουν προς τις προεκβολές των μελανινοκυττάρων και από εκεί εισέρχονται στα επιθηλιακά κύτταρα της ακανθωτής και κοκκώδους στιβάδας όπου και αποθηκεύονται. Το μαύρισμα της επιδερμίδας μετά από την επίδραση των υπεριωδών ακτίνων του ήλιου εξελίσσεται σε 2 στάδια: Στο πρώτο συμβαίνει μια φυσικοχημική αντίδραση που μετατρέπει το χρώμα της μελανίνης σε μαύρο χρωματίζοντας ανάλογα και την επιδερμίδα και στο δεύτερο αυξάνεται η παραγωγή μελανίνης μετά από επίδραση της μελανινοτρόπου ορμόνης η οποία παράγεται από ενδιάμεσο λοβό της Υπόφυσης. Σε υπερπαραγωγή της ορμόνης έχουμε υπέρχρωση του δέρματος (νόσος του Addison), ενώ σε έλλειψη του ενζύμου τυροσινάση έχουμε τον Αλφισμό. Φάρμακα είτε με τοπική δράση, είτε δια του αίματος επηρεάζουν την παραγωγή μελανίνης και προκαλούν τοπικό μαύρισμα όπως π.χ. η διυδροξυακετόνη.

2.      Τα κύτταρα του Langerhans και τα λεμφοκύτταρα

Τα πρώτα είναι αστεροειδή κύτταρα διασπαρμένα και στις 3 στιβάδες της επιδερμίδας, δεν φέρνουν αποφυάδες ούτε δεσμοσωμάτια. Αμφότερα αποτελούν την άμυνα της επιδερμίδας διαθέτουν ανοσολογικές ιδιότητες και δυνατότητες φαγοκυττάρωσης.

3.      Τα κύτταρα του Markel

Βρίσκονται στην επιδερμίδα των παλαμών και των πελμάτων. Στο ένα άκρων τους έχουν δισκοειδή μορφή και συνδέονται με τις ελεύθερες απολήξεις των νεύρων της επιδερμίδας. Αποτελούν τους αισθητήρες της πίεσης του δέρματος. 

Το Χόριοαποτελείται από 2 στιβάδες. Το θηλώδες και το δικτυωτό στρώμα και αποτελείται από κύτταρα, συνδετικό ιστό και ενδιάμεση θεμέλια ουσία.

Τα κύτταρά του  είναι:

Οι ινοβλάστες που παράγουν τον συνδετικό ιστό και την ενδιάμεση θεμέλιο ουσία, τα ιστιοκύτταρα με προστατευτικό ρόλο και δυνατότητες φαγοκυττάρωσης και κατά μάζες τα Μαστοκύτταρα που αυξάνονται στις φλεγμονές. Ακόμη ανευρίσκονται και άλλα κύτταρα του αίματος που προέρχονται από διαπίδυση από τα αιμαγγεία του χορίου, όπως π.χ. τα πλασματοκύτταρα.

Ο συνδετικός ιστός αποτελείται από ίνες κολλαγόνου, 98% τύπου Ι, ελαστικές και δικτυωτές ίνες. Η θεμέλιος ουσία αποτελείται από πολυσακχαρίτες με βάση το Υαλουρονικό οξύ. Τα νεύρα του χορίου αποτελούνται από εμμύελες και αμύελες νευρικές απολήξεις των νεύρων του περιφερικού νευρικού συστήματος όπως και του αυτόνομου νευρικού συστήματος (συμπαθητικό-παρασυμπαθητικό), που σχηματίζουν ένα περιαγγειακό δίκτυο. Υπάρχουν ακόμη τα σωμάτια Wegener-Meisner που αποτελούν τα όργανα της αφής και τα σωμάτια του Krause που έχουν σχέση με την γενετήσια λειτουργία και βρίσκονται κυρίως στην πόσθη του πέους και στην κλειτορίδα.

Χαρακτηριστικό του χορίου είναι το αιμαγγειακό του δίκτυο  το οποίο είναι πυκνότατο και ακολουθεί τις μεσοθηλαίες ακρολοφίες και ελέγχει το 4,5% του ολικού όγκου του αίματος.

Στο χόριο ακόμη βρίσκονται και οι ανελκτήρες μύες των τριχών οι οποίοι συσπώνται σε θερμικά ή συναισθηματικά ερεθίσματα. 

Το υπόδερμααποτελεί την συνέχεια του χορίου και αποτελείται από έντονο δίκτυο συνδετικού ιστού ανάμεσα στο οποίο βρίσκονται άφθονα λιποκύτταρα. Το λίπος απομονώνει και προστατεύει τους ιστούς και τα όργανα που βρίσκονται κάτω από το δέρμα. Το υπόδερμα περιέχει αγγεία, νεύρα, ιδρωτοποιούς αδένες και θυλάκους τριχών. Στα νεύρα του υποδέρματος ανήκουν και τα σωμάτια Vater-Pacini που είναι όργανα της εν τω βάθει αίσθησης της αφής όπως και τα σωμάτια Ruffini που είναι ειδικά για την αίσθηση του θερμού και του ψυχρού. 

Εξαρτήματα του δέρματος

 

1.      Σμηγματογόνοι αδένες 

Βρίσκονται σε όλη την επιφάνεια του δέρματος πλην το παλαμών και των πελμάτων. Υπάγονται στην κατηγορία των ολοκρινών αδένων, δηλαδή τα κύτταρα τους παθαίνουν λιπώδη εκφύλιση, ρήγνυνται και αποβάλλονται μαζί με το έκκριμα τους. Το σμήγμα είναι λίπος μαζί με κυτταρικά τρήματα και λέπια της κερατίνης στιβάδας της επιδερμίδας. Σε κάποιες περιοχές του σώματος υπάρχουν ειδικοί σμηγματογόνοι αδένες, όπως π.χ. στα βλέφαρα, στον μαστό κ.ά.

Εκβάλλουν στον θύλακο της τρίχας και η παραγωγή τους ελέγχεται από την Τεστοστερόνη. 

2.      Ιδρωτοποιοί αδένες 

Βρίσκονται σε όλο το σώμα εκτός από την παρυφή των χειλέων, το πέος και την ακροποσθία. Ο αριθμός τους είναι μεγαλύτερος στην περιοχή του μετώπου, στις παλάμες κ.ά. Υπολογίζονται σε 2 εκατομμύρια.

Αποτελούνται από ένα σπείραμα και τον εκφορητικό πόρο. Τα κύτταρα παράγουν τον ιδρώτα και ο εκφορητικός πόρος καταλήγει στην επιφάνεια της επιδερμίδας. Μια ιδιαίτερη κατηγορία είναι αυτοί της μασχάλης, της θηλής των μαστών και των γεννητικών οργάνων, που παράγουν ιδρώτα με ειδική οσμή και κατατάσσονται στα όργανα που δίδουν τους δευτερεύοντες γενετήσιους χαρακτήρες. Ο ιδρώτας αποτελεί υπερδιήθημα του πλάσματος και περιέχει νερό, NaCl, ουρία, ουρικό οξύ και αμμωνία. 

3.      Τρίχες

Χρησιμοποιούνται για την ρύθμιση της θερμοκρασίας του σώματος, Με την εξέλιξη εκφυλίστηκαν και αντικαταστάθηκαν με χνούδι.

Η ανάπτυξη τους σε ορισμένες περιοχές του σώματος π.χ. στην μασχάλη, το εφήβαιο, ακολουθεί την ωρίμανση του ατόμου και αποτελούν έναν από τους δευτερεύοντες χαρακτήρες του φύλου.. Ο αριθμός τους ποικίλλει, Στο δέρμα της κεφαλής έχει υπολογισθεί ότι οι ξανθοί έχουν 140.000 περίπου τρίχες ενώ οι μελαχρινοί 100.000.

Οι τρίχες επιμηκύνονται 1 έως 2 εκατοστά ανά μήνα και το μήκος τους μπορεί να φθάσει το 1,5 μέτρο. Οι τρίχες ανανεώνονται κάθε 3-5 χρόνια. Αποτελούνται από τον κορμό ή στέλεχος και την ρίζα. Η ρίζα βρίσκεται στο υπόδερμα μέσα στον θύλακο της. Εκεί προσφύεται ο ορθωτήρας μυς των τριχών. Όταν συσπαστεί προκαλούνται τα εξής: α) Κλείνουν οι ιδρωτοποιοί αδένες (ρύθμιση διαπνοής). β) Εκκενώνονται οι σμηγματογόνοι και γ) προκαλείται ορθοτριχία. Ο κορμός της τρίχας αποτελείται από δύο στιβάδες. Την εσωτερική (μυελώδης) που παράγει μια ελαιώδη ουσία και την εξωτερική φλοιώδη που φέρει τα κοκκία της χρωστικής, που δίδουν τον ανάλογο χρωματισμό. Στις λευκές τρίχες η χρωστική αντικαθίσταται από φυσαλίδες αέρος. Τα κύτταρα της εξωτερικής στιβάδας υφίστανται κερατινοποίηση. 

4.      Τα νύχια 

Τα νύχια είναι κεράτινα πέταλα που καλύπτουν την 3η φάλαγγα των δακτύλων. Κάθε νύχι αποτελείται από το σώμα, την ρίζα και τέσσερα χείλη. Η μέση μοίρα του οπίσθιου χείλους συνέχεται με το δέρμα, ονομάζεται μήτρα του νυχιού και από εκεί αυξάνονται τα νύχια.

Αποτελούνται από επιδερμικά κύτταρα που υφίστανται κερατινοποίηση από μέσα προς τα έξω και με αυτό τον τρόπο με διαδοχικές ωθήσεις δημιουργείται το νύχι. Η κάτω επιφάνεια ονομάζεται κοίτη του νυχιού και έχει λεπιδοειδή μορφή έτσι ώστε να προσκολλάται στην επιδερμίδα, Τα νύχια έχουν πλούσιο αγγειακό δίκτυο ιδιαίτερα στη μήτρα, Η λευκή μηνοειδής ζώνη στην βάση του νυχιού ονομάζεται μηνίσκος ή ανατολή του νυχιού. Οι λευκές κηλίδες που παρουσιάζονται οφείλονται  σε ατελή διαφοροποίηση των σταγονιδίων της ελαιοειδίνης στα επιθηλιακά κύτταρα του νυχιού. Τα νύχια μεγαλώνουν ταχύτερα στους νέους παρά στους γέρους, ταχύτερα στα χέρια παρά στα πόδια, ταχύτερα στο δεξιό χέρι παρά το αριστερό. Κατά μέσο όρο μεγαλώνουν 1 χιλιοστό την εβδομάδα.