22-06-2023

Αντιφλεγμονώδη Μη Στεροειδή Φάρμακα (ΜΣΑΦ) Πρακτικές Λύσεις σε Χρόνια Προβλήματα! Δρ Αχιλλέας Ε. Γεωργιάδης Ρευματολόγος

Αντιφλεγμονώδη Μη Στεροειδή Φάρμακα  (ΜΣΑΦ)

Πρακτικές Λύσεις σε Χρόνια Προβλήματα!

 

Δρ Αχιλλέας Ε. Γεωργιάδης

Ρευματολόγος

Δρ Πανεπιστημίων Αθηνών και Παρισίων

 

Εισαγωγή

 

Φλεγμονή είναι η φυσιολογική άμυνα του οργανισμού έναντι εξωγενών και ενδογενών βλαπτικών παραγόντων. Λογικό λοιπόν είναι η γέννηση της διαδικασίας της φλεγμονής να έγινε ταυτόχρονα με την γέννηση των έμβιων όντων. 

Τα πρώτα ζωντανά κύτταρα εμφανίστηκαν στη Γη πριν 3.5 δισεκατομμύρια χρόνια περίπου. Η πρώτη μεγάλη και μακροχρόνια μάχη την οποίαν αναγκάστηκαν να δώσουν για την ύπαρξη τους, διεξήχθη κατά την διάρκεια χιλιάδων αιώνων, όταν εξελισσόταν η οξυγόνωση του πλανήτη (GreatOxygenationEvent). Η διαδικασία αυτή υπολογίζεται ότι άρχισε πριν 3,0 δισεκατομμύρια χρόνια, με την εμφάνιση των οξυγονοπαραγωγών κυανοβακτηριδίων και διήρκεσε, με κάποιες διακυμάνσεις της έντασης της, μέχρι πριν 800 εκατομμύρια χρόνια, όταν τελικά το oξυγόνο της ατμόσφαιρας έφτασε να κυμαίνεται στα σημερινά περίπου επίπεδα.

Είναι γνωστό ότι η παρουσία του οξυγόνου στην Γη βοήθησε ιδιαίτερα στην ύπαρξη και στην εξέλιξη της ζωής, δυστυχώς όμως το υπέρμετρο οξυγόνο προκαλεί ταχύτερη γήρανση των έμβιων όντων άρα και τον πρόωρο θάνατό τους. Οι δραστικές μορφές οξυγόνου (ReactiveOxygenSpecies = ROS) οι οποίες παράγονται κατά την διαδικασία της δημιουργίας των ζωτικών ενώσεων του, είναι εξαιρετικά τοξικές για τα κύτταρα (οξειδωτικό στρες) και μάλλον η πρώτη αμυντική ουσία την οποίαν παρήγαγαν οι ζώντες οργανισμοί, τόσο στον κλάδο των φυτών όσο και σε αυτόν των ζώων, ήταν η Nrf2 (Nuclearfactorerythroid 2). Μία πρωτεΐνη με ισχυρές αντιοξειδωτικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες, η οποία εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι και σήμερα σε πολλές κοινότατες τροφές (μπρόκολο, κουρκουμάς). Πρόσφατες μελέτες έδειξαν ότι συνεργάζεται αρμονικά με ένα άλλο κοινό αντιφλεγμονώδες σύμπλεγμα πρωτεϊνών, τον NFB και μαζί ελέγχουν τις φλεγμονές από πολλά και διάφορα αίτια (GacesaR., etal. SciRep 2016;6:27740, www.sciencedirect.comtopicsneuroscienceranscription).

Εξακόσια εκατομμύρια χρόνια από σήμερα οι περιβαλλοντολογικές συνθήκες στην Γη ήταν οι πλέον ιδανικές για την ανάπτυξη της ζωής. Ηταν η αρχή της Καμβρίου Περιόδου, η οποία είναι γνωστή για την Έκρηξη της Ζωής την οποία δημιούργησε. Πιστεύεται ότι στα τριακόσια εκατομμύρια χρόνια που ακολούθησαν, η βιόσφαιρα διογκώθηκε και γεννήθηκαν στην Γη, ιδιαίτερα γύρω από τον Ισημερινό, περισσότερα από 30 τρισεκατομμύρια διαφορετικά είδη ζώων και φυτών, αρκετά από τα οποία ζουν μέχρι σήμερα. Για μία ακόμη φορά όμως, μια ακόμη η ρύση των αρχαίων Ελλήνων επαληθεύτηκε, δηλαδή το «ουκ εν τω πολλώ το ευ». Πράγματι, ο ανταγωνισμός για ζωτικό χώρο και για αναγκαία τροφή αναπτύχθηκε σε τόσο μεγάλο βαθμό μεταξύ των όντων, ώστε το γνωμικό «ο θάνατός σου η ζωή μου» έγινε καθημερινότητα. Γι’ αυτόν το λόγο, πλην των άλλων προστατευτικών οργάνων τα οποία δημιουργήθηκαν, όπως π.χ. οι προστατευτικοί εξωσκελετοί, τα όντα άρχισαν να παράγουν ουσίες οι οποίες έβλαπταν τα άλλα και τα τελευταία άρχισαν να παράγουν ουσίες οι οποίες αφενός εξουδετέρωναν τις πρώτες, αφετέρου διόρθωναν τις βλάβες που είχαν προκληθεί. Αυτή η διαδικασία ήταν μια ξενοβιοτική αντίδραση και αφορούσε την αλληλεπίδραση και αλληλοεξουδετέρωση των παραγόμενων «ένθεν κακείθεν» τοξικών ουσιών. Σύμφωνα όμως με τις σημερινές αντιλήψεις ήταν μία αρχέγονη ανοσολογική άμυνα των τότε οργανισμών και η πρόδρομη εφαρμογή της διεργασίας της φλεγμονής.

Η πρώτη ακτινολογικά διαπιστωμένη φλεγμονή λοιμώδους αιτιολογίας ανακαλύφθηκε το 2016 στα απολιθωμένα κατάλοιπα της άρθρωσης του δεξιού αγκώνα ενός Δεινόσαυρου (Ηadrosaur=Αδρόσαυρος) ο οποίος έζησε πριν 70 εκατομμύρια χρόνια (Royal Society Open Science, doi: 10.1098/rsos.160222). Έκτοτε ανακαλύφθηκαν και άλλες περιπτώσεις π.χ. μόλις τον περασμένο χρόνο (2020) στα απολιθωμένα οστά ενός Τιτανόσαυρου, ο οποίος έζησε πριν 80 εκατομμύρια χρόνια, διαπιστώθηκαν φλεγμονώδεις αλλοιώσεις οι οποίες μάλλον οφείλονταν σε παρασιτική λοίμωξη. (wwwsmithsonianmag.com  science-naturefirst-evidenceofParasites).

Η πρώτη ένδειξη σκόπιμης και προμελετημένης αντιφλεγμονώδους θεραπείας διαπιστώθηκε σε ένα απολίθωμα της κάτω γνάθου ανθρώπου του Neanderthal, ο οποίος έζησε πριν 48.000 χρόνια και έπασχε από οδοντικό απόστημα. Πράγματι η DNA ανάλυση των υπολειμμάτων της οδοντικής πλάκας του αποκάλυψε την ύπαρξη: α) στοιχείων σαλικυλικού οξέος (πρόδρομης Ασπιρίνης), πιθανόν από μάσηση φλοιού λευκής Ιτιάς, για την αντιμετώπιση του πόνου και του πυρετού τα οποία του προκαλούσε το απόστημα και β) στοιχείων πρωτόγονου αντιβιοτικού (Πενικιλλίνης) από μύκητες πράσινης μούχλας (Eurotiomycetes)  τους οποίους είχε χρησιμοποιήσει για την αντιμετώπιση της συνοδού μικροβιακής λοίμωξης (http://blogs.discovermagazine. com/d-brief /2017/03/08/neanderthals-medicines-diet).

Παρόλα αυτά χρειάστηκε να περάσουν πολλές χιλιετίες μέχρι να έχουμε την πρώτη καταγραφή κάποιων αντιφλεγμονωδών φαρμάκων. Στον Αιγυπτιακό πάπυρο του Ebers, πριν 1500 χρόνια, περιγράφεται η τοποθέτηση επιθέματος από ζωμό ξερών φύλλων Μυρτιάς, τα οποία όπως γνωρίζουμε σήμερα περιέχουν σαλικυλικό οξύ, στην κοιλιακή και στην οσφυϊκή περιοχή  του σώματος, για την αντιμετώπιση των πόνων της περιόδου. Χίλια χρόνια μετά ο Ιπποκράτης, ο ιδρυτής της Ορθολογικής Ιατρικής, χρησιμοποιεί ζωμό από Λεύκα, για την αντιμετώπιση της επιπεφυκίτιδας και ζωμό από λευκή Ιτιά, σαν υλικά, τα οποία όπως είναι σήμερα γνωστό και αυτά περιέχουν σαλικυλικό οξύ, για την αντιμετώπιση του πόνου και του πυρετού από επιλόχεια λοίμωξη. Ακόμη ο Ιπποκράτης και οι επίγονοι του, συνειδητοποιούν πρώτοι ότι πολλές φορές η τοπική φλεγμονή ενός οργάνου πλην των εμφανών τοπικών σημείων συνοδεύεται και από γενικευμένα συμπτώματα όπως κακουχία, μυαλγίες, υπνηλία και πυρετό τα οποία τα αποδίδουμε σήμερα στις Προσταγλανδίνες και τις Ιντερλευκίνες.

Χρειάστηκε να περάσουν άλλα 400 περίπου χρόνια για να περιγράψει ο Ρωμαίος εγκυκλοπαιδικός και πιθανόν γιατρός AulusAureliusCelsus, περί το 30 μ.Χ., τα 4 κλασικά κλινικά σημεία της φλεγμονής, δηλαδή την ερυθρότητα (rubor), την θερμότητα (calor), τον πόνο (dolor) και το οίδημα (tumor) στο φημισμένο του σύγγραμμά του DeMedicina. Στα κλινικά αυτά σημεία προστέθηκε, αιώνες μετά, η δυσκαμψία από τον Virchow, σε περιπτώσεις όπου η φλεγμονή αφορά κινητή άρθρωση. To σαλικυλικό οξύ σε διάφορα αφεψήματα, αλοιφές κ.ά. από τον φλοιό της λευκής Ιτιάς καταγράφεται επίσημα την ίδια εποχή, 1ος αιώνας μ.Χ από τον Celsus σαν αντιφλεγμονώδες και αναλγητικό βότανο και αναφέρεται από τον Έλληνα γιατρό, τον Διοσκουρίδη τον Πεδάνιο σύγγραμμα του περί Ύλης Ιατρικής.

Το 1763 έγινε και η πρώτη κλινική μελέτη με τον ζωμό από φλοιό Ιτιάς από μη γιατρό και απλό χωρικό, τον EdwardStone, από το Oxfordshire, ο οποίος τον χρησιμοποίησε αρχικά για την αντιμετώπιση του πυρετού του και στη συνέχεια, εντυπωσιασμένος από το αποτέλεσμα, τον χορήγησε και σε 50 άλλους ανθρώπους με εμπύρετη νόσο με πολύ καλά αποτελέσματα. Τα ευρήματά του τα παρουσίασε  στην RoyalSociety όπου έκαναν μεγάλη εντύπωση και έτσι καθιερώθηκε το σχετικό αντιφλεγμονώδες, αναλγητικό  και αντιπυρετικό αφέψημα, τουλάχιστον στην Αγγλία. Η ανακάλυψη του θερμόμετρου τον 18ο  αιώνα βοήθησε στην αντικειμενική τεκμηρίωση της αντιπυρετικής δράσης του σαλικυλικού οξέος (BruneKeyetal. Arthritis and Rheumatism 2004;50:2391, Vane J.R., et al. 1996, https://doi.org/10.1007/978-94-011-5386-7_1).

Στην άλλη άκρη της Υδρογείου, στην Ινδία, οι τοπικοί γιατροί, εφαρμόζοντας την Aγιουβέρδα, αρκετούς αιώνες πριν από σήμερα, χρησιμοποιούσαν το ρετσίνι του δέντρου BoswelliaSerrata, δηλαδή το Λιβάνι, σαν αντιφλεγμονώδες και αναλγητικό φάρμακο. Όπως θα περιγράψουμε στη συνέχεια, κατά τη εξέλιξη της κλασικής φλεγμονώδους διαδικασίας, παράγονται δύο ισχυρές φλεγμονώδεις ουσίες, οι προσταγλανδίνες και οι λευκοτριένες, οι οποίες είναι υπεύθυνες για τον πόνο αλλά και πολλά από τα κλινικά συμπτώματα και σημεία της φλεγμονής. Η κλασική Δυτική ιατρική, εξελίσσοντας φαρμακολογικά την Ασπιρίνη, κατόρθωσε να δημιουργήσει τα ΜΣΑΦ (Μη Στεροειδή Αντιφλεγμονώδη Φάρμακα) δηλαδή φάρμακα τα οποία αναστέλλουν κυρίως τις προσταγλανδίνες και δεν έχουν σχέση με την κορτιζόνη (στεροειδές). Αντίθετα, η Αγιουβέρδα των Ινδών, χρησιμοποιώντας το Λιβάνι πέτυχε, να έχει το ίδιο αντιφλεγμονώδες αποτέλεσμα, καταστέλλοντας την παραγωγή των λευκοτριενών. Είναι εντυπωσιακό ότι δύο βότανα τα οποία συμπληρώνουν με την αντιφλεγμονώδη δράση τους, το ένα το άλλο, ξεκίνησαν  πριν από πολλούς αιώνες, από τα δύο άκρα του τότε γνωστού κόσμου για να συναντηθούν στην θεραπευτική της φλεγμονής, πριν 50 περίπου χρόνια, όταν ερμηνεύτηκε φαρμακολογικά πλέον, η κοινή δράση τους.

Η ιστορική προσέγγιση στη θεραπεία της φλεγμονής θα ήταν ελλιπής εάν δεν αναφέραμε κάποια στοιχεία για το απόλυτο αντιφλεγμονώδες φάρμακο, την κορτιζόνη. Πρόκειται για μία στεροειδή ορμόνη, όπως τα οιστρογόνα, την βιταμίνη D κ.ά. και παράγεται φυσιολογικά στα επινεφρίδια. Ανακαλύφθηκε το 1930, συντέθηκε σαν φάρμακο το 1948 από τον LewisSarett της Merck & Co και χορηγήθηκε για πρώτη φορά στη θεραπεία της Ρευματοειδούς Αρθρίτιδας. Είναι το ισχυρότερο αντιφλεγμονώδες και έχει σώσει έκτοτε και καθημερινά συνεχίζει να σώζει, πάρα πολλές ζωές.

Η πρόσφατη φαρμακολογική ιστορία των Μη Στεροειδών Αντιφλεγμονωδών Φαρμάκων (ΜΣΑΦ) αρχίζει το 1820 όταν απομονώθηκε για πρώτη φορά η ουσία σαλικιλίνη η οποία είχε θεραπευτικές δυνατότητες στον πόνο και στον πυρετό. Το 1860 γίνεται για πρώτη φορά η σύνθεση του σαλικυλικού οξέος. Δέκα χρόνια αργότερα στα εργαστήρια της Bayern οι προσπάθειες ενός νεαρού χημικού του FelixHoffman να καταστείλει στους πόνους των αρθρώσεων του πατέρα του, ο οποίος έπασχε από Ρευματοειδή αρθρίτιδα, πρόσφεραν στην Ανθρωπότητα ένα απίστευτης αξίας φάρμακο, το ακετυλοσαλικυλικό οξύ, δηλαδή την Ασπιρίνη. Η επίσημη λοιπόν έναρξη της εποχής των Μη Στεροειδών Αντιφλεγμονωδών Φαρμάκων ή όπως κακόηχα ονομάζονται ΜΣΑΦ, καθιερώνεται στις 23 Ιανουαρίου 1899, την ημέρα της πρώτης κυκλοφορίας της Ασπιρίνης.

Έκτοτε μέχρι σήμερα έχουν κυκλοφορήσει περίπου 42 διαφορετικά είδη ΜΣΑΦ. Τα κυριότερα από αυτά είναι η Φαινυλβουταζόνη (1949), η Ινδομεθακίνη (1963), η Ιμπουπροφένη (1974), η Δικλοφενάκη (1978), η Ναπροξένη (1978), η Νιμεσουλίδη (1984), η Σελεκοξίμπη (1998),  η Ροφεκοξίμπη (1999) και το 2007 συντέθηκε το τελευταίο πρωτότυπο και  πιο σύγχρονο ΜΣΑΦ, η Ετορικοξίμπη.

Η πρώτη Μονογραφία η οποία κυκλοφόρησε στην Ελλάδα για τα Αντιφλεγμονώδη Μη Στεροειδή Φάρμακα, ήταν το 1985. Όταν την έγραφα πίστευα αφελώς ότι τα φάρμακα αυτά τα οποία κυκλοφορούσαν στην αγορά ήδη 30 χρόνια, είχαν ωριμάσει αρκετά και ελάχιστα νέα στοιχεία για την δράση τους θα προστίθεντο στο μέλλον. Δεκατρία χρόνια μετά όμως η κυκλοφορία των Κοξιμπών, μιας νέας ομάδας ΜΣΑΦ, ήρθε να αναστατώσει ευχάριστα την Ιατρική κοινότητα, διότι με αυτές μειώθηκε εντυπωσιακά η βασική μέχρι τότε ανεπιθύμητη ενέργεια των κλασικών ΜΣΑΦ, δηλαδή η βλάβη του γαστρεντερικού βλεννογόνου, η οποία στοίχιζε 16.500 περίπου θανάτους κάθε  χρόνο, μόνο στις ΗΠΑ. Πέντε χρόνια μετά όμως, την 1η Οκτωβρίου του 2004, η φαρμακευτική εταιρεία MSD, η οποία είχε ανακαλύψει την Ροφεκοξίμπη (Vioxx), αιφνίδια την αποσύρει από την αγορά, διότι κάποιες μελέτες της έδειξαν ότι πιθανόν να δημιουργεί καρδιαγγειακό έμφραγμα μετά από πέραν του έτους, χορήγηση της. Ο αρχικός πανικός ο οποίος προκλήθηκε στις ρυθμιστικές αρχές ανά τον κόσμο, FDA, EMA κ.λπ., διότι κανείς δεν είχε υποπτευθεί έστω, το σχετικό πρόβλημα, μειώθηκε προοδευτικά, μετά από ανασκόπηση χιλιάδων μελετών και τελικά αποφασίζεται ότι όλα τα ΜΣΑΦ, Κλασικά και Κοξίμπες, θα πρέπει να χορηγούνται, για το μικρότερο δυνατό χρονικό διάστημα και στη μικρότερη αποτελεσματική δόση. Δυστυχώς και σύμφωνα με την σοφή λαϊκή παροιμία «κάθε θάμα τρεις ημέρες, το μεγάλο τέσσερεις», την σχετικά αυστηρή σύσταση των ρυθμιστικών αρχών, κατόρθωσαν,  ασθενείς και φαρμακευτικές εταιρείες, να την παρακάμψουν με την εμφάνιση στην αγορά των μη συνταγογραφουμένων ΜΣΑΦ, τα οποία μπορεί κάποιος να τα αγοράσει από οπουδήποτε, ακόμη και από το σούπερ μάρκετ και να τα λαμβάνει για όσο χρονικό διάστημα θέλει και σε όποια δόση θα κρίνει ο ίδιος, αρκεί να απαλλαγεί από τον πόνο ή/και τον πυρετό του. Παράλληλα όμως οι γιατροί στην προσπάθειά τους να ακολουθούν τα guidelines άρχισαν να χορηγούν ακόμη και για απλούς τραυματισμούς (διάστρεμμα κ.ά.) αντί για ΜΣΑΦ, οπιοειδή. Ετσι ξεκίνησε στις ΗΠΑ  η «επιδημία των οπιοειδών», η οποία στοιχίζει ~50000 νεκρούς κάθε χρόνο, όσους και τα αυτοκινητιστικά δυστυχήματα (Koskietal. 2021. doi: https://doi.org/10.1016/j.jen.2020.12.011).

Συμπερασματικά οι εμπειρίες μου για τα ΜΣΑΦ ταυτίζονται απόλυτα με αυτές του Ρευματολόγου SirFrancisDudleyHart (1909-2004), ο οποίος πριν 40 περίπου  χρόνια, έγραψε σε ένα άρθρο του στο περιοδικό Drugs (Drugs 1984;27:232):

Το τέλειο αντιφλεγμονώδες μη στεροειδές φάρμακο πρέπει να είναι τόσο ισχυρό όσο η κορτιζόνη, αλλά χωρίς την ενδοκρινική της δράση. Πρέπει να είναι τόσο αβλαβές, όσο το Placebo. Να αφήνει το γαστρεντερικό σύστημα άθικτο και στα δύο άκρα του, να μην επηρεάζει το αίμα, το ήπαρ, τους οφθαλμούς και τα νεφρά. Να είναι συμβατό με άλλα φάρμακα ευρείας κατανάλωσης και να μην επηρεάζει τη δράση τους. Πρέπει να είναι φτηνό, εύκολα να λαμβάνεται από το στόμα, να μεταβολίζεται και να αποβάλλεται χωρίς να προκαλεί βλάβες. Πρέπει να μην επηρεάζει το ΚΝΣ ή την ψυχική διάθεση και να είναι συμβατό με το οινόπνευμα ή άλλες ευχάριστες τροφές.

Τέτοιο φάρμακο δεν υπήρξε ποτέ μέχρι σήμερα και είναι αμφίβολο εάν θα παραχθεί ποτέ, ακόμη και στον Ουρανό!

 

Το Ανοσολογικό σύστημα: Ο υπέρτατος  ρυθμιστής της Φλεγμονής

 

Η ικανότητα του οργανισμού να αμύνεται έναντι εξωτερικών αλλά και εσωτερικών βλαπτικών παραγόντων ονομάζεται ανοσία. Για επιτύχει η συγκεκριμένη διεργασία κινητοποιείται ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο σύστημα οργάνων, ουσιών, διεργασιών και κυττάρων, το ονομαζόμενο ανοσολογικό ή ανοσοποιητικό σύστημα.

Η ανοσολογική άμυνα του οργανισμού διαχωρίζεται στη φυσική ή έμφυτη ή  σύμφυτη ή εγγενή (innate) και στην ειδική ή επίκτητη (adaptive). Οι δύο αυτές μορφές άμυνας, κατά τη διάρκεια της ζωής ενός ατόμου, συνεργάζονται συνεχώς και με πλήρη σύμπνοια, για να αντιμετωπίσουν ένα πλήθος εξωγενών και ενδογενών βλαπτικών παραγόντων.

Εμφυτη ανοσία  ονομάζεται αυτή με την οποία γεννιέται ο άνθρωπος και έχει δομηθεί από το γενετικό του υπόστρωμα κατά την φάση της ενδομήτριας ανάπτυξης του. Η έμφυτη ανοσία άρχισε να δημιουργείται πριν 600 εκατομμύρια χρόνια, όπως περιγράψαμε στην εισαγωγή και έκτοτε εξελίσσεται συνεχώς επηρεαζόμενη από διάφορους επιγενετικούς παράγοντες.

Στην έμφυτη ανοσία περιλαμβάνονται: 1) Οι φυσιολογικό φραγμοί του σώματος όπως π.χ.: Το δέρμα με την χαρακτηριστική δομή των κυττάρων του, την τριχοφυΐα του, τον ιδρώτα κ.λπ. 2) Οι εκκρίσεις των βλεννογόνων των διαφόρων οργάνων όπως π.χ.: α) στο γαστρεντερικό σύστημα ο σίελος, το υδροχλωρικό οξύ του στομάχου, η χολή κ.ά., β) στο αναπνευστικό σύστημα το ASL (AirwaySurfaceLiquid) στους βρόγχους και στην τραχεία κ.ά., γ) στους οφθαλμούς, τα αντισηπτικά δάκρυα. 3) Κάποια αντανακλαστικά όπως π.χ. ο βήχας, το φτέρνισμα, ο κνησμός κ.ά. και 4) Το αίμα με τα λευκά αιμοσφαίρια τα οποία αναγνωρίζουν τους βλαπτικούς παράγοντες για τον οργανισμό, όπως π.χ. μικρόβια, ιούς, παράσιτα, μύκητες, γύρη, φάρμακα κ.ά και ενεργοποιούν την μη ειδική αντίδραση της φλεγμονής, δηλαδή μία άμυνα, κοινή για όλους τους βλαπτικούς παράγοντες και αναλαμβάνουν δράση όταν το βλαπτικό ερέθισμα διασπάσει ή αποφύγει τους φυσιολογικούς αμυντικούς φραγμούς που προαναφέραμε και εισέλθει στον οργανισμό. Τα λευκά αιμοσφαίρια αλλά και άλλα κύτταρα κατά περίπτωση, είναι οπλισμένα με ειδικά μόρια όπως  π.χ. οι TollLikeReceptors, oι NodLikeReceptors και πολλοί άλλοι υποδοχείς αλλά και περίπλοκες αμυντικές διεργασίες όπως π.χ. αυτές του Φλεγμονοσώματος, η Αυτοφαγία κ.ά.

Αντίθετα επίκτητη ή ειδική, είναι η ανοσία η οποία  αναπτύσσεται κατά τη διάρκεια όλης της ζωής του ατόμου. Κάθε φορά δηλαδή που κάποιος νέος βλαπτικός παράγοντας έρχεται σε επαφή με τον άνθρωπο π.χ. μικρόβιο, ιός, φάρμακο κ.λπ. το ανοσολογικό σύστημα του αντιδρά αρχικά άμεσα και περισσότερο ή λιγότερο έντονα, προσπαθώντας να τον εξουδετερώσει με τα γενικά όπλα που του προσφέρει η έμφυτη ανοσία του, ενώ ταυτόχρονα τον ταυτοποιεί και δημιουργεί γι αυτόν ειδικά όπλα, διαμέσου των μηχανισμών της επίκτητης ανοσίας, για το μέλλον. Την επόμενη φορά που το βλαπτικό ερέθισμα θα προσπαθήσει να προσβάλλει τον οργανισμό, η αντίδραση του τελευταίου είναι άμεση, δραστική και ειδική. Δημιουργείται δηλαδή μία  ανοσολογική μνήμη, πάνω στην οποία βασίζεται και η λειτουργία των εμβολίων.

Η επίκτητη ανοσία έχει τρεις βασικές ιδιότητες: 1) Διαθέτει εξειδίκευση. Η άμυνα δηλαδή έναντι των βλαπτικών παραγόντων (αντιγόνα), εξασκείται με ειδικά για τον κάθε βλαπτικό παράγοντα όπλα (αντισώματα). 2) Έχει μνήμη. Διαθέτει ειδικά μνημονικά λευκά αιμοσφαίρια τα μνημονικά Τ και Β λεμφοκύτταρα, τα οποία θυμούνται τα χαρακτηριστικά του εχθρού για όλη την ζωή του ατόμου και 3) Δεν αντιδρά, υπό φυσιολογικές συνθήκες, σε ό,τι αφορά τον οργανισμό όπου ανήκει. Εχει δηλαδή ανοσολογική ανοχή η οποία αποκτάται μετά από εκπαίδευση των μνημονικών Τ λεμφοκυττάρων στο θύμο αδένα. Διαταραχές της ανοσολογικής ανοχής προκαλούν την εκδήλωση των αυτοάνοσων νοσημάτων όπου ο οργανισμός δεν αναγνωρίζει τα ίδια του τα κύτταρα και παράγει ειδικά γι αυτά όπλα (αυτοαντισώματα) και τα καταστρέφει προκαλώντας τεράστιες βλάβες στα όργανα του, όπως π.χ. στον Συστημικό Ερυθηματώδη Λύκο, στην Ρευματοειδή αρθρίτιδα, στην Αγκυλωτική σπονδυλαρθρίτιδα, στην Θυρεοειδίτιδα του Hashimoto, στην Πολλαπλή Σκλήρυνση κ.ά.

Οι αυτοάνοσες παθήσεις αποτελούν την 3η συχνότερη ομάδα παθήσεων μετά τις καρδιαγγειακές νόσους και τον καρκίνο. Αφορούν κυρίως τις γυναίκες (78%). Μπορούν να προσβάλουν είτε γενικευμένα, είτε τμηματικά και προοδευτικά όλα τα συστήματα του οργανισμού και η θεραπεία τους είναι εξαιρετικά δύσκολη.

Τα όργανα του ανοσολογικού συστήματος είναι ο μυελός των οστών, ο θύμος αδένας, οι λεμφαδένες και ο σπλήνας. Σε αυτά γεννιούνται, εκπαιδεύονται και ωριμάζουν όλα τα κύτταρα τα οποία συμμετέχουν στην άμυνα του οργανισμού.

Τα κύτταρα της επίκτητης ανοσίας είναι κυρίως τα λεμφοκύτταρα και πιο ειδικά  τα Τ και τα Β λεμφοκύτταρα. Τα μεν πρώτα αποτελούν το 80-90% των λεμφοκυττάρων, αναγνωρίζουν αρχικά ή θυμούνται για το μέλλον (μνημονικά) τον βλαπτικό παράγοντα (αντιγόνο) και δίνουν μήνυμα με ειδικές ουσίες (λεμφοκίνες) στα δεύτερα για να παράξουν εξειδικευμένα γι αυτόν εξουδετερωτικά όπλα (αντισώματα-ανοσοσφαιρίνες). Όταν τα Β λεμφοκύτταρα αρχίζουν την παραγωγή των ειδικών όπλων ονομάζονται πλέον πλασματοκύτταρα. Πολλές φορές τα Τ λεμφοκύτταρα αποφασίζουν να σκοτώσουν τα ίδια τον βλαπτικό παράγοντα και τότε λέγονται Τ κύτταρα δολοφόνοι (ΚillerTcells). Οι δυνατότητες των λεμφοκυττάρων να αναγνωρίσουν και να δημιουργήσουν ειδικά όπλα είναι τεράστιες, υπολογίζεται ότι διαθέτουν 100 δισεκατομμύρια ειδικές θέσεις αναγνώρισης.

 Άλλα είδη λευκών αιμοσφαιρίων συμμετέχουν τόσο στην έμφυτη όσο και στην επίκτητη ανοσία και είναι τα μονοκύτταρα/μακροφάγα, τα δενδριτικά κύτταρα, τα ουδετερόφιλα πολυμορφοπύρηνα, τα ηωσινόφιλα κ.ά. Τα κύτταρα αυτά κυκλοφορούν συνεχώς στον οργανισμό, εντός ή εκτός του αίματος και αναζητούν πιθανούς εισβολείς. Μετά την συνάντηση με αυτούς, τους συλλαμβάνουν και τους φαγοκυτταρώνουν. Με την φαγοκυττάρωση εκτός του ότι εξουδετερώνεται ο εισβολέας γίνονται και άλλες βασικές διαδικασίες όπως: 1) η παραγωγή φλεγμονωδών ουσιών και η δημιουργία φλεγμονής. Η τελευταία έχει σκοπό: α) την ενημέρωση του οργανισμού για την εισβολή με το αίσθημα του πόνου, β) την παραγωγή βοηθητικών ουσιών για την καλύτερη καταπολέμηση του ερεθίσματος (συμπλήρωμα, προσταγλανδίνες, ιντερλευκίνες κ.ά.), γ) την πρόσκληση με ειδικές χημειοτακτικές ουσίες και άλλων φαγοκυττάρων για την πλήρη εξουδετέρωση του εισβολέα,  δ) την έναρξη της διαδικασίας αποκατάστασης της βλάβης η οποία πιθανόν να έχει προκληθεί και δ) την αποστολή τμημάτων του εισβολέα στα Τ λεμφοκύτταρα (HelperT-cells), διαμέσου των δενδριτικών ή ανοσοπαρουσιαστικών μακροφάγων για την εκκίνηση της λειτουργίας των μνημονικών Τ λεμφοκυττάρων (www.invivogen.com/innate-immunity).

 

 

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Οι Προσταγλανδίνες